Galangal - ορισμός. Τι είναι το Galangal
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι Galangal - ορισμός

MEMBER OF THE GINGER FAMILY
Galanga; Thai ginger; Galangale; Laos Powder; Galengal
  • ''Kaempferia galanga''
  • Galangal rhizome ready to be prepared for cooking
  • Lesser galangal (''Alpinia officinarum'')

galangal         
['gal(?)?gal]
(also galingale)
¦ noun an Asian plant of the ginger family, the rhizome of which is used in cookery and herbal medicine. [Genera Alpinia and Kaempferia.]
Origin
ME galingale, via OFr. from Arab. ?alanjan, perh. from Chin. gaoliangjiang, from gaoliang (a district in Guangdong Province, China) + jiang 'ginger'.
Galangal         
·noun The pungent aromatic rhizome or tuber of certain East Indian or Chinese species of Alpinia (A. Galanga and A. officinarum) and of the Kaempferia Galanga), - all of the Ginger family.
Galanga         
·noun ·Alt. of Galangal.

Βικιπαίδεια

Galangal

Galangal () is a common name for several tropical rhizomatous spices.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Galangal
1. A clear soup with lemongrass, kaffir lime, galangal and Thai chili had an uncompromising sharpness, a fierce kick.
2. To control the surging fever, the healer pounded a bowl of rice laced with galangal ginger, applying the pasty preparation called beras kencur to the man‘s sweaty flesh.
3. The tom yum beef –– a high–quality steak served with a lemon grass– and galangal–infused sauce –– is also a successful creation.